Mέσ’ την βροχή περπάτησα, μια μέρα Φθινοπώρου...
Tο δροσερό, το καθαρό, των σύννεφων το δάκρυ
ένοιωσα, μα δεν κρύφτηκα,
άφησα να μου βρέχει,
να μού δροσίζει του κορμιού, την κάθε του την
άκρη.
Ήθελα ένα να γινώ με το βρεγμένο
χώμα,
με τα δεντριά που
βρέχονταν, το πράσινο λειβάδι,
με το χορτάρι, τα βουνά, τις λίμνες, τα ποτάμια......
να νοιώσω πάνω στο κορμί το δροσερό της χάδι.